Ύστερα από μια σειρά επιθέσεων κατά του Ντόναλντ Τραμπ, πρώην προεδρικού υποψηφίου και εμβληματικού ηγέτη των Ρεπουμπλικάνων, το καθεστώς πολιτικής βίας φαίνεται ότι έχει γίνει αναπόσπαστο μέρος της αμερικανικής πολιτικής σκηνής. Το γεγονός ότι ο Τραμπ δέχτηκε επιθέσεις κατά της ζωής του δύο φορές σε μόλις δύο μήνες ενδέχεται να μην είναι τυχαίο, αλλά μια αντανάκλαση της τοξικότητας που κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο και στις πολιτικές αντιπαραθέσεις από το 2016.
Στις αρχές Ιουλίου, κατά τη διάρκεια μιας συγκέντρωσης στο Μπάτλερ της Πενσυλβάνια, ο Τραμπ γλίτωσε από θαύμα όταν μια σφαίρα πέρασε κοντά από το κεφάλι του. Ο δράστης, μόλις 20 ετών, σκοτώθηκε από ελεύθερο σκοπευτή, αλλά είχε προλάβει να ανοίξει πυρ πριν την παρέμβαση των αρχών. Δυο μήνες μετά, καθώς ο Τραμπ έπαιζε γκολφ στο West Palm Beach, ένας άλλος 58χρονος άνδρας, ο Ράιαν Γουέσλι Ρουθ, οπλισμένος με Καλάσνικοφ, κρίθηκε ότι ήταν στόχος. Εντοπίστηκε από πράκτορες της Μυστικής Υπηρεσίας που αντέδρασαν γρήγορα.
Δεν είναι τυχαίο ότι η πολιτική ρητορική και οι επιθέσεις που συνδέονται με την πολιτική αναδιάρθρωση έχουν οδηγήσει σε σοβαρούς διχασμούς στην αμερικανική κοινωνία. Η εισβολή υποστηρικτών του Τραμπ στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο του 2020 ήταν ένα σημείο καμπής που ανέδειξε τα αίτια αυτής της κατάστασης. Η συνύπαρξη τοξικότητας και οπλοκατοχής είναι καταφανής και εξηγεί πώς φθάσαμε στις πρόσφατες δολοφονικές απόπειρες.
Είναι ασαφές πώς θα επηρεάσουν οι επαναλαμβανόμενες επιθέσεις την πολιτική σκηνή και τις εκλογές του Νοεμβρίου. Μετά την πρώτη απόπειρα, ο Τραμπ φάνηκε να κερδίζει έδαφος, με πολλούς να εκτιμούν ότι οι Δημοκρατικοί είναι σε κρίση. Ωστόσο, η νέα απόπειρα κατά της ζωής του φαίνεται να επαναφέρει τη συζήτηση στο προσκήνιο, ιδιαίτερα όσον αφορά το προφίλ του Ράιαν Γουέσλι Ρουθ και τα κίνητρά του, που περιλαμβάνουν μια εμμονή με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Οι Ρεπουμπλικάνοι ενδέχεται να χρησιμοποιήσουν αυτές τις εξελίξεις για να επιτεθούν στους Δημοκρατικούς, κατηγορώντας τους ότι η ρητορική τους ενθαρρύνει τη βία. Αντίθετα, οι Δημοκρατικοί θα στραφούν στο πώς αυτές οι επιθέσεις και η βία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την εκλογική τους στρατηγική και την υποψηφιότητα της Κάμαλα Χάρις, η οποία φαίνεται να έχει δημιουργήσει ένα διαφορετικό κλίμα στην πολιτική προεκλογική διαδικασία.
Πηγή: naftemporiki.gr