Ο οίκος Moody’s έχει αναβαθμίσει τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε θετικές από σταθερές, αν και δεν έχει παραχωρήσει επενδυτική βαθμίδα στη χώρα. Η αλλαγή αυτή υποδηλώνει αυξημένη πιθανότητα για μια βιώσιμη βελτίωση της ευρωστίας του τραπεζικού τομέα, γεγονός που μειώνει τους κινδύνους που σχετίζονται με το χρέος της κυβέρνησης.
Η υγεία του ελληνικού τραπεζικού συστήματος έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, με πολλές τράπεζες να βρίσκονται πλέον πιο κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ στους δείκτες χρηματοπιστωτικής ευρωστίας. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, οι δείκτες κεφαλαιοποίησης του ελληνικού τραπεζικού τομέα πλησιάζουν τον μέσο όρο της ΕΕ.
Επιπλέον, η κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών είναι αυξημένη, με τον δείκτη CET-1 ακριβώς στον μέσο όρο της ΕΕ. Παρόλο που ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ, ο Moody’s εκτιμά ότι θα πλησιάσει την ΕΕ τα επόμενα χρόνια, εν μέρει λόγω του προγράμματος «Ηρακλής».
Η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδείξει σαφή δέσμευση στη δημοσιονομική σύνεση, εφαρμόζοντας μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τα έσοδα. Οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις για τη φορολογία – όπως η ψηφιοποίηση και η ηλεκτρονική τιμολόγηση – έχουν ήδη επιφέρει ισχυρή αύξηση στα έσοδα, κυρίως από φόρους εισοδήματος και ΦΠΑ. Το πρωτογενές πλεόνασμα επιβεβαίωσε την θετική πορεία του δημόσιου τομέα, με τίτλους όπως 5,2 δισεκ. ευρώ για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024.
Ο Moody’s προσβλέπει σε περαιτέρω βελτίωση των δημοσιονομικών επιδόσεων της Ελλάδας, με προβλέψεις για μικρότερα ελλείμματα και υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα τα επόμενα χρόνια. Μεγάλος ρόλος αναμένεται να διαδραματίσουν και τα κεφάλαια της ΕΕ, που υποστηρίζουν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Η βελτίωση της χρηματοοικονομικής υγείας των τραπεζών μπορεί να ενισχύσει την ικανότητά τους να αντεπεξέλθουν σε μελλοντικά σοκ, χωρίς να επιβαρύνουν περαιτέρω το δημόσιο χρέος. Η κυβέρνηση αναμένει επίσης, ότι το χρέος θα μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ το 2025 και σε λιγότερο από 140% το 2027, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις ως τώρα δημοσιονομικές επιδόσεις.
Αναμένονται οι συνέπειες των δημογραφικών προκλήσεων και η ταχύτητα εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνητική ανάπτυξη στο μέλλον. Παρά τις θετικές μεταρρυθμίσεις, το χρέος της Ελλάδας θα παραμείνει υψηλό για αρκετό καιρό, αλλά η ευνοϊκή δομή του χρέους και το μεγάλο ταμειακό απόθεμα ενδέχεται να προσφέρουν κάποια ανακούφιση.
Πηγή: newsbomb.gr