Όταν οι κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας τέθηκαν σε εφαρμογή λόγω της εισβολής στην Ουκρανία, επηρεάστηκε σημαντικά η ικανότητα του Κρεμλίνου να διαπραγματεύεται σε δολάρια ΗΠΑ, ευρώ και άλλα νομίσματα. Στο πλαίσιο αυτό, οι ρωσικές τράπεζες αποκλείστηκαν από το SWIFT, ενώ τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας σε ξένα νομίσματα πάγωσαν. Ως αποτέλεσμα, η Ρωσία αναγκάστηκε να στραφεί σε εναλλακτικά νομίσματα, όπως το κινεζικό γουάν.
Σύμφωνα με αναφορές, το ποσοστό των διμερών συναλλαγών που διεξάγονται σε γουάν αυξήθηκε κατά 1/3 τον Ιούλιο, φτάνοντας το 53% από 40% το ίδιο μήνα το 2021. Πριν από μια δεκαετία, το 80% των εξαγωγών της Κίνας γινόταν σε δολάρια. Η μετάβαση σε γουάν παρατηρείται σε πολλές χώρες, όπως η Βραζιλία, η Αργεντινή και το Ιράν, οι οποίες επιδιώκουν να ενισχύσουν το εμπόριό τους με την Κίνα.
Το εμπόριο σε γουάν επωφελείται από διμερείς συμφωνίες μεταξύ Ρωσίας και Κίνας, οι οποίες περιλαμβάνουν ακόμη και ειδικές ρυθμίσεις για πρόσβαση σε ρευστότητα σε γουάν από ρωσικές τράπεζες. Αυτή η κίνηση φαίνεται να ακολουθείται επίσης από χώρες της ομάδας BRICS, οι οποίες εξετάζουν τη δυνατότητα υιοθέτησης ενός κοινού νομίσματος, με στόχο την ελάφρυνση της εξάρτησής τους από το δολάριο.
Ωστόσο, το κινεζικό γουάν δεν είναι ακόμα πλήρως μετατρέψιμο σε άλλα διεθνή νομίσματα, καθώς η Κίνα διατηρεί περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls). Η Κίνα φοβάται ότι η πλήρης μετατροπή θα μπορούσε να οδηγήσει σε νομισματική κερδοσκοπία και αστάθεια, κάτι που θα επηρεάσει αρνητικά την οικονομία της.
Παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, όπως η στεγαστική κρίση και οι γεωπολιτικές εντάσεις, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ επαναλαμβάνει την επιθυμία της Κίνας να καταστεί ισχυρή οικονομική δύναμη. Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές υπογραμμίζουν ότι η Κίνα δεν είναι πλήρως ενσωματωμένη στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα γεγονός που παραμένει μια πρόκληση για την εξέλιξή της.
Πηγή: naftemporiki.gr