Οι πόλεις στην Κίνα αντιμετωπίζουν αυξανόμενες οικονομικές δυσκολίες, με τα φορολογικά έσοδα να μειώνονται ραγδαία, κυρίως λόγω της κρίσης στον τομέα των ακινήτων. Αυτή η κατάσταση έχει περιορίσει την ικανότητα των τοπικών αρχών να πωλούν δικαιώματα χρήσης γης, μια από τις κύριες πηγές χρηματοδότησης. Τα έσοδα από αυτά τα δικαιώματα έφτασαν το 26% των συνολικών εσόδων των τοπικών κυβερνήσεων το προηγούμενο έτος, σε σύγκριση με το 36% το 2020. Οι αρχές αναγκάζονται να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους για να συγκεντρώσουν κονδύλια.
Η κεντρική κυβέρνηση άρχισε να προάγει τις ιδιωτικοποιήσεις το 2022, προτρέποντας τις τοπικές κυβερνήσεις να αξιοποιήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία. Ένα εσωτερικό έγγραφο του Κρατικού Συμβουλίου ζήτησε από 12 υπερχρεωμένες επαρχίες να «σπάσουν τα δοχεία και να πουλήσουν το σίδερο», ενθαρρύνοντας τις πωλήσεις δημόσιας περιουσίας ως μέσο μείωσης των χρεών τους.
Πολλές περιοχές, αντί να παραμείνουν ανενεργές, έχουν καταφύγει στην πώληση δημοσίων περιουσιακών στοιχείων. Οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι οι πόλεις διαθέτουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, όπως συμμετοχές σε κρατικές εταιρείες και δημόσιες υποδομές. Η κυβέρνηση του Γκανζού π.χ. έχει ήδη συγκεντρώσει 370 εκατομμύρια γιουάν από δημοτικές επιχειρήσεις που πωλούν οικόπεδα καθιστώντας σαφές ότι τα οφέλη από αυτές τις πωλήσεις είναι αισθητά.
Οι πωλήσεις δημόσιας περιουσίας αυξάνονται. Σε περιοχές όπως η Σαντόνγκ και η Τζιανγκσού, τα μη φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 15% το πρώτο εξάμηνο του έτους, αναδεικνύοντας τη χρησιμότητα αυτής της στρατηγικής. Κάποιες τοπικές κυβερνήσεις πωλούν κτίρια γραφείων ή βιομηχανικά πάρκα, τα οποία δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν.
Σε αντίθεση με τη Ρωσία, η Κίνα προχωρά με πιο σταδιακούς ρυθμούς στις ιδιωτικοποιήσεις, ωστόσο, η τάση φαίνεται να ενισχύεται. Αυτό οδηγεί σε ένα νέο κεφάλαιο που συνδέεται με την οικονομική ευημερία των τοπικών κυβερνήσεων στην Κίνα. Οι επίσημες πολιτικές και η ανάλυση της κατάστασης δείχνουν ότι οι ιδιωτικοποιήσεις μπορεί να είναι η λύση που αναζητούν οι δήμοι αυτού του κομμουνιστικού κράτους.
Πηγή: naftemporiki.gr