Στα τέλη του 20ού αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες βίωναν μια πρωτοφανή εμπειρία, καθώς ήταν σε πλήρη εξέλιξη η επιδημία της ευλογιάς. Κατά τη διάρκεια της πενταετούς επιδημίας από το 1899 έως το 1904, κυβερνητικοί αξιωματούχοι στον κλάδο της υγείας επιβεβαίωσαν 164.283 κρούσματα ευλογιάς, αλλά οι πραγματικοί αριθμοί μπορεί να ήταν μέχρι και πέντε φορές υψηλότεροι.
Για να επιβραδυνθεί, λοιπόν, η εξάπλωση του εξαιρετικά μολυσματικού και συχνά θανατηφόρου ιού, υπήρξε μια εθνική εκστρατεία για εμβολιασμό κατά της ευλογιάς. Σε πόλεις και πολιτείες με τα χειρότερα κρούσματα, ο εμβολιασμός ήταν υποχρεωτικός και απαιτήθηκαν επίσημα πιστοποιητικά εμβολιασμού για να μπορούν οι πολίτες να πηγαίνουν στη δουλειά τους, να παρακολουθήσουν τα μαθήματα στα δημόσια σχολεία, να επιβιβαστούν σε τρένα ή ακόμα και να πάνε στο θέατρο.
Ακολουθώντας μια τεχνική που αναπτύχθηκε για πρώτη φορά από τον Έντουαρντ Τζένερ στα τέλη του 18ου αιώνα, ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς το 1900 σήμαινε την αποτρίχωση του δέρματος του άνω βραχίονα, την δημιουργία μιας πληγής με ένα νυστέρι ή μαχαίρι και, στη συνέχεια το ταμπονάρισμα της πληγής με τον ζωντανό ιό.

«Ο παραλήπτης του εμβολίου θα άρχιζε να αισθάνεται αρκετά άρρωστος, συνήθως με πυρετό και πολύ πόνο στο χέρι», λέει ο Michael Willrich, καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Brandeis και συγγραφέας του «Pox: An American History», σύφμωνα με το history.com.
Η περιοχή του εμβολίου θα ερεθίζονταν όλο και περισσότερο, θα σχηματιζόταν μια κηλίδα η οποία στη συνέχεια θα έπεφτε και αυτό που θα έμενε πίσω θα ήταν μια μικρή ουλή περίπου στο μέγεθος ενός νικελίου. Και έτσι οι αξιωματούχοι θα γνώριζαν ότι ο πολίτης είχε εμβολιαστεί, με την συγκεκριμένη ουλή να λειτουργεί άμεσα ως φυσική μορφή πιστοποίησης.
Πηγή: patrastimes.gr